«Γιατί μαυρίζει ο ουρανός, κι ας είναι καλοκαίρι, λες κι η αυγή κατάμαυρο χαμπάρι θα μας φέρει, γιατί κτυπούνε πένθιμα κάθε χωριού καμπάνες κλαίνε μαζί τρεις μάνες, μαζί τους κι όλη η γη;»Αυτό αναρωτιόταν ο ήρωας μαθητής Ευαγόρας Παλληκαρίδης, όταν χαράματα Παρασκευής 21 Σεπτεμβρίου 1956, οι Μιχαήλ Κουτσόφτας, Ανδρέας Παναγίδης και Στέλιος Μαυρομμάτης ανέβηκαν στο ικρίωμα της αγχόνης. Οι 3 νέοι, ακλόνητοι μα προπάντων περήφανοι, βάδισαν το μονοπάτι προς την αθανασία, για χάρη μιας μεγάλης ιδέας.
Ο Ανδρέας Παναγίδης και ο Μιχαήλ Κουτσόφτας, κατάγονταν από το χωριό Παλιομέτοχο, της επαρχίας Λευκωσίας. Υπήρξαν φίλοι αδελφικοί καθ’όλη τη διάρκεια της ζωής τους. Από τα παιδικά τους χρόνια, μέχρι τη σύλληψη και τον θάνατο. Συνελήφθησαν μαζί στις 16 του Μάη του 1956, στο αεροδρόμιο Λευκωσίας. Σκοπός τους ήταν η κλοπή όπλων και η απαγωγή ενός Άγγλου φρουρού που θα αντάλλαζαν με τον Χαρίλαο Μιχαήλ ή τον Ανδρέα Ζάκο. Μετά από συμπλοκές, ο Παναγίδης πυροβόλησε και τραυμάτισε θανάσιμα τον Άγγλο σμηνία Πάτρικ Τζον Χέιλ. Συνελήφθησαν λίγη ώρα μετά, και οδηγήθηκαν στα κρατητήρια. Στο τελευταίο στάδιο της ζωής τους, προστέθηκε και ο Στέλιος Μαυρομμάτης, ξάδελφος του Ευαγόρα Παλληκαρίδη, από το χωριό Λάρνακα της Λαπήθου. Ανέπτυξε πολυσχιδή δράση στον αγώνα της ΕΟΚΑ, μέχρι τη σύλληψη του στις 15 Μαρτίου 1956, όταν μαζί με 2 συναγωνιστές του, πυροβόλησαν δύο Άγγλους στρατιώτες στην οδό Αγίου Παύλου στη Λευκωσία.
Μέσα από τα τελευταία τους γράμματα προς τις οικογένειες τους, μπορούμε να αντλήσουμε λίγο από τον ηρωισμό τους.
Είναι φανερό το γεγονός ότι αντιμετώπιζαν τον θάνατο με απέραντη τόλμη και θάρρος. Παρέμειναν πιστοί στο όραμα της Ενώσεως, στα ιδανικά εκείνου του υπέροχου αγώνα. Άντεξαν βασανιστήρια φρικτά, ψυχικά αλλά και σωματικά. Δεν ήταν λίγες οι φορές που οι Άγγλοι είπαν στον Παναγίδη να προδώσει τους συναγωνιστές του, με αντάλλαγμα δώρα και περιουσίες για τα παιδιά του. Αυτός όμως τους χάρισε την πιο σπουδαία κληρονομιά, το όνομα του.
Ανδρέας Παναγίδης:«Λατρευτά μου παιδιά, σας αφήνω για πάντα στην τόσο νεαρή μου ηλικία. Στα 22 μου χρόνια πεθαίνω για χάρη μιας μεγάλης ιδέας. Σας εύχομαι, αγαπημένα μου παιδιά, να γινήτε καλοί Χριστιανοί και καλοί Έλληνες Κύπριοι. Να ακολουθείτε πάντα τον δρόμο της αρετής. Να είσθε βέβαιοι ότι σας αγάπησα τόσο θερμά και με μια απέραντη πατρική αγάπη. Αλλά δυστυχώς σας αφήνω, χωρίς να σας δω να μεγαλώνετε, όπως το ονειρευόμουν»
Στέλιος Μαυρομμάτης:
«Θέλω να είστε περήφανοι γιατί ο υιός και αδελφός σας πεθαίνει με το χαμόγελο στα χείλη, γιατί κράτησε μέχρι τέλους τον ιερό όρκο που έδωσε να θυσιαστεί χάριν της ελευθερίας της Κύπρου. Θυσιάστηκε γιατί θέλησε να χαρεί μαζί με όλους τους Έλληνες της Κύπρου το μεγαλύτερο δώρο που χάρισε Ο Θεός στην ανθρωπότητα.
Μιχαήλ Κουτσόφτας:«Δεν λυπούμαι, γιατί θα εκτελεσθώ εν ονόματι της ελευθερίας. Μονάχα προσεύχομαι στην Υπεραγία Θεοτόκο και Στον Θεό να μου δίνουν θάρρος και υπομονή ως την τελευταία μου πνοή. Παρακαλώ Τον Θεό να μου συγχωρέσει κάθε αμαρτία μου. Είμαι ευτυχισμένος γιατί Ο Θεός με αξίωσε να μαρτυρήσω για ένα μεγάλο ιδανικό. Εγώ είμαι υπερήφανος που πεθαίνω για την πατρίδα. Το ίδιο να είσθε και εσείς και να μην μαραζώνετε.»
Εκείνο το χάραμα λοιπόν, τα 3 παλληκάρια είδαν το τελευταίο φως της ζωής τους. Εκείνο το χάραμα, έγιναν οι ίδιοι φως. Σήμερα, έχουμε την ανάγκη να πάρουμε λίγη λάμψη από το φως τους, να παραδειγματιστούμε από τις αρετές, τις αξίες και τα ιδανικά που κυρίευσαν τις ψυχές τους. Να παραμείνουμε πιστοί στον αγώνα τους μέχρι τελικής δικαίωσης. Ας είναι η μέρα αυτή, μια ευκαιρία να αντιληφθούμε το χρέος μας απέναντι σε όλους όσους θυσιάστηκαν για την ελευθερία, να αντιληφθούμε το χρέος μας απέναντι στην πατρίδα.